Μάθετε για αυτή τη διαταραχή φάσματος, τους διάφορους τρόπους που επηρεάζει τους ανθρώπους, καθώς και τις προσεγγίσεις και παρεμβάσεις που διατίθενται για τη στήριξη των ανθρώπων με αυτισμό.
Ο αυτισμός είναι μια δια βίου αναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου του ανθρώπου, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνεί και κατανοεί τον κόσμο. Ως αποτέλεσμα, ο συγκεκριμένος άνθρωπος μπορεί να χρειαστεί στήριξη σε ορισμένους τομείς.
Ο αυτισμός είναι μια διαταραχή φάσματος, που σημαίνει ότι επηρεάζει διαφορετικούς ανθρώπους διαφορετικά. Αν και πολλοί άνθρωποι με αυτισμό έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, κάθε άνθρωπος βιώνει τον αυτισμό με μοναδικό τρόπο.
Ο όρος αυτισμός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον ψυχίατρο Leo Kanner το 1943. Τότε, η διαταραχή θεωρούταν σπάνια, αλλά χάρη στην αυξημένη κατανόηση και ευαισθητοποίηση, έχει επέλθει ταχεία αύξηση των διαγνώσεων σε όλον τον κόσμο.
Οι αριθμοί διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα, μα σύμφωνα με μελέτες, 1 στους 132 ανθρώπους παγκοσμίως βρίσκεται στο αυτιστικό φάσμα. Βάσει έρευνας που διεξήχθη στο πλαίσιο του προγράμματος «Διαταραχές του αυτιστικού φάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (ASDEU) διαπιστώθηκε ότι, κατά μέσο όρο, 1 στα 89 παιδιά ηλικίας επτά έως εννέα ετών σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει κάποια μορφή ΔΑΦ. Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ ανέφερε ότι ο επιπολασμός της ΔΑΦ το 2016 ήταν ακόμα μεγαλύτερος στα οκτάχρονα παιδιά, φτάνοντας στο 1 ανά 54.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση Journal of the American Academy of Child & Adolescent Psychiatry δείχνει επίσης ότι άτομα αρσενικού φύλου επηρεάζονται περισσότερο από άτομα θηλυκού φύλου, καθώς ο αυτισμός διαγιγνώσκεται τρεις φορές πιο συχνά σε αγόρια από ό,τι κορίτσια. Οι επιστήμονες εξακολουθούν να ερευνούν τον διαφορετικό τρόπο που μπορεί να επηρεάζει ο αυτισμός τα αγόρια και τα κορίτσια, καθώς και τον ρόλο που μπορεί να παίξει το φύλο στη διάγνωσή του.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το κάθε άτομο βιώνει διαφορετικά τον αυτισμό. Όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους, οι αυτιστικοί άνθρωποι έχουν τα δικά τους δυνατά και αδύναμα σημεία, όπως και τα πράγματα που τους αρέσουν και εκείνα που δεν τους αρέσουν.
Αν και υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που εμφανίζονται συχνά από κοινού στους ανθρώπους με αυτισμό, μπορεί να γίνουν αντιληπτά σε διαφορετικό βαθμό ανάλογα με το κάθε άτομο.
Επειδή ο αυτισμός είναι μια διαταραχή με την οποία είτε γεννιέται κανείς είτε την εμφανίζει για πρώτη φορά σε νεαρή ηλικία, οι πρώτες ενδείξεις συχνά παρατηρούνται στις αρχές της παιδικής ηλικίας.
Στα μικρά παιδιά, οι πρώτες ενδείξεις συχνά περιλαμβάνουν το να μην ανταποκρίνονται στο άκουσμα του όνοματός τους, να αποφεύγουν την επαφή με τα μάτια, να μην χαμογελούν όταν τους χαμογελάει κάποιος άλλος, να διστάζουν να μιλήσουν ή να μη μιλούν καθόλου, να κάνουν επαναλαμβανόμενες κινήσεις όπως το φτερούγισμα των χεριών ή το λίκνισμα του σώματος, να αντιδρούν έντομα στην αίσθηση της γεύσης, τον ήχο και τη μυρωδιά και να ξεσπούν θυμωμένα με τρόπο που μοιάζει εκ πρώτης όψεως με απλό πρόβλημα συμπεριφοράς.
Τα μεγαλύτερα παιδιά μπορεί επίσης να δυσκολεύονται να εκφράσουν τα αισθήματά τους και να ταυτίζονται με άλλους ανθρώπους, ενώ μπορεί να αρχίσουν να αναπτύσσουν εμμονικά ενδιαφέροντα και να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν φιλίες.
Οι έρευνες που γίνονται ώστε να εξακριβωθούν τα αίτια του αυτισμού δεν έχουν καταλήξει ακόμη σε οριστικά συμπεράσματα, αλλά έχουν βρει ενδείξεις ότι ρόλο παίζουν τόσο τα γονίδια όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Κανείς δεν γνωρίζει αν ο αυτισμός έχει κάποιο αίτιο, αλλά είναι γνωστό ότι δεν προκαλείται από εμβόλια, την κακή ανατροφή των παιδιών, τη διατροφή ή τον τρόπο ζωής, ούτε πρόκειται για μεταδοτική πάθηση που μπορεί να κολλήσει κανείς από κάποιον άλλο άνθρωπο.
Μερικές φορές, ο αυτισμός μπορεί να επηρεάσει μέλη της ίδιας οικογένειας και υπάρχουν αξιόπιστες ενδείξεις για την ύπαρξη γενετικών παραγόντων.
Έχουν διεξαχθεί πολλές μελέτες που αφορούν τα δίδυμα και τον αυτισμό, όπως η «Μελέτη πρώιμης ανάπτυξης των δίδυμων» (Twins Early Development Study). Αυτή η έρευνα διαπίστωσε ότι αν ένας δίδυμος αδελφός/αδελφή έχει αυτισμό, η πιθανότητα του άλλου δίδυμου αδελφιού να είναι αυτιστικό κυμαίνεται από 62% έως 94% για μονοζυγωτικά δίδυμα αδέλφια και από 5% έως 61% για διζυγωτικά δίδυμα αδέλφια.
Παρότι μελέτες σαν αυτή βοηθούν τους επιστήμονες να κατανοήσουν καλύτερα τον ρόλο που διαδραματίζει το DNA (γενετικό υλικό) στην εκδήλωση του αυτισμού, το θέμα παραμένει περίπλοκο και δεν υπάρχουν οριστικά συμπεράσματα.
Επιστημονικές μελέτες υποστηρίζουν ότι ορισμένοι παράγοντες μπορούν να παίζουν κάποιον ρόλο στην εμφάνιση του αυτισμού, χωρίς όμως να σχετίζονται με κάθε περιστατικό αυτισμού. Για αυτό δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως καθοριστικά αίτια.
Για παράδειγμα, είναι πιο πιθανό να έχουν αυτισμό τα παιδιά με υπερπληθώρα ή έλλειψη αντιγράφων ορισμένων γονιδίων, όπως και τα μωρά των οποίων οι μητέρες αντιμετώπισαν κάποια σοβαρή λοίμωξη κατά την εγκυμοσύνη. Έρευνες υποστηρίζουν ότι μπορεί να υπάρξουν πιο οξέα συμπτώματα αυτισμού, όταν συνδυάζονται αυτοί οι δύο παράγοντες.
Αν και δεν υπάρχει θεραπεία για τον αυτισμό, καθώς αποτελεί δια βίου διαταραχή, οι επιπτώσεις του μπορούν συχνά να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, εφόσον υπάρχει η κατάλληλη υποστήριξη. Η παρακάτω ενότητα αναφέρεται στην αντιμετώπιση και τη φαρμακευτική αγωγή, εξηγώντας πιο αναλυτικά το εύρος των προσεγγίσεων που μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους με αυτισμό.
Ο αυτισμός, καθαυτός, δεν μειώνει το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, οι άνθρωποι με αυτισμό είναι πιθανότερο να πεθάνουν σε μικρότερη ηλικία από τον γενικό πληθυσμό. Μια μελέτη του Karolinska Institutet της Σουηδίας που δημοσιεύθηκε στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The British Journal of Psychiatry έδειξε ότι τα κύρια αίτια πρόωρου θανάτου είναι η επιληψία, στην οποία μπορεί να είναι επιρρεπείς οι άνθρωποι με αυτισμό, και η αυτοκτονία, η οποία συνδέεται με τα υψηλότερα ποσοστά προβλημάτων ψυχικής υγείας που παρατηρούνται σε αυτιστικούς ανθρώπους.
Ενώ η διάγνωση του αυτισμού γίνεται συχνά σε παιδιά και νέους, σε μερικούς ανθρώπους δεν γίνεται διάγνωση πριν να ενηλικιωθούν. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν μάθει να «μιμούνται συμπεριφορές» που καλύπτουν τις εξωτερικές ενδείξεις του αυτισμού ή επειδή έγινε κάποια άλλη συναφής διάγνωση στην παιδική ηλικία, χωρίς να εντοπιστεί ο αυτισμός.
Ανάλογα με την ηλικία σας, ο δρόμος προς τη δική σας διάγνωση θα διαφέρει ελαφρώς.
Το πρώτο στάδιο είναι να επικοινωνήσετε με έναν επαγγελματία υγείας για να κάνει μια επίσημη αξιολόγηση του παιδιού. Σε πολλές περιπτώσεις, ένας δάσκαλος ή φροντιστής μπορεί να παρατηρήσει τα πρώτα σημάδια και να ειδοποιήσει τους γονείς ή κηδεμόνες. Ένας τέτοιος επαγγελματίας υγείας μπορεί να είναι:
Αν κάποιος από αυτούς τους επαγγελματίες πιστεύει ότι εσείς ή το παιδί σας μπορεί να έχετε αυτισμό, μπορεί να σας παραπέμψει για αξιολόγηση, η οποία θα γίνει από τους κλινικούς ιατρούς που ειδικεύονται στον αυτισμό.
Η διαγνωστική διαδικασία μπορεί να χρειαστεί αρκετό χρόνο. Προτείνουμε να μάθετε ποια είδη επιπλέον υποστήριξης μπορεί να σας παρέχει ο γιατρός σας ή τις τοπικές φιλανθρωπικές οργανώσεις για τον αυτισμό κατά τη διάρκεια της προδιαγνωστικής φάσης.
Η διάγνωση του αυτισμού συνήθως γίνεται ύστερα από αξιολόγηση, κατά την οποία γίνονται διάφορες εξετάσεις. Αυτές μπορούν να πραγματοποιηθούν σε μία μακροσκελή αξιολόγηση ή να χωριστούν σε πάνω από ένα ραντεβού. Οι εξετάσεις για παιδιά διαφέρουν από εκείνες για ενήλικες.
Οι εξετάσεις για παιδιά περιλαμβάνουν μια σειρά από παρατηρήσεις που καταγράφουν τον τρόπο που παίζει και αλληλεπιδρά ένα παιδί, ενώ η ομάδα αξιολόγησης μπορεί να επισκεφθεί το σχολείο/νηπιαγωγείο ή τον βρεφονηπιακό σταθμό, προκειμένου να δει πώς συμπεριφέρεται εκεί ένα παιδί. Η ομάδα θα μελετήσει επίσης αναφορές που προέρχονται από τον γιατρό, το σχολείο, νηπιαγωγείο ή βρεφονηπιακό σταθμό του παιδιού και θα συζητήσει εις βάθος με τους γονείς ή τους φροντιστές του παιδιού σχετικά με την ανάπτυξή του.
Οι αξιολογήσεις για ενήλικες περιλαμβάνουν την εξέταση των εκθέσεων και ερωτηματολογίων από γιατρούς, τις οποίες θα κληθεί να συμπληρώσει ο εξεταζόμενος ενήλικας. Οι αξιολογητές μπορεί επίσης να προσπαθήσουν να σχηματίσουν μια καλύτερη εικόνα για τη συμπεριφορά του ενήλικα όταν ήταν παιδί, μιλώντας με ανθρώπους που ήταν κοντινά του πρόσωπα κατά την παιδική του ηλικία.
Ο αυτισμός είναι μια διαταραχή εφ’ όρου ζωής, για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία ή συγκεκριμένη αντιμετώπιση. Είναι καλύτερα να προσεγγίζουμε την αντιμετώπιση του αυτισμού στο πλαίσιο της παροχής υποστήριξης. Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις που μπορούν να αξιοποιηθούν, προκειμένου να βοηθούν τους ανθρώπους με αυτισμό να διαχειρίζονται δυσκολίες και να ζουν τη ζωή τους στο έπακρο.
Επειδή ο αυτισμός είναι μια πολύπλοκη διαταραχή που επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο τους ανθρώπους, οι σχετικές προσεγγίσεις θα εξαρτηθούν από τις ανάγκες του κάθε ατόμου και μπορεί να αλλάξουν κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Πολλοί αυτιστικοί άνθρωποι έχουν επίσης συνυπάρχουσες δυσκολίες, όπως μαθησιακές δυσκολίες, προβλήματα ψυχικής υγείας, επιληψία, προβλήματα με τον ύπνο και θέματα με την πέψη. Ορισμένες επιλογές αντιμετώπισης ή μέθοδοι υποστήριξης μπορεί να φανούν χρήσιμες για τη διαχείρισή αυτών των προβλημάτων και η εξέλιξή τους θα πρέπει πάντα να παρακολουθείται προσεκτικά.
Al momento non esistono farmaci in grado di curare l'autismo, ma diversi interventi possono essere utili a migliorare il comportamento, le competenze e lo sviluppo del linguaggio. Inoltre, gli approcci farmacologici possono aiutare a gestire certe condizioni neurologiche, psichiatriche e altre condizioni concomitanti. Questi includono antiepilettici, antipsicotici, stimolanti e ipnotici.
Η θεραπεία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη στήριξη ανθρώπων με αυτισμό. Μπορεί να τους βοηθήσει να αποδεχτούν τον αυτισμό και να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισης και τεχνικές χαλάρωσης.
Οι θεραπευτές χρησιμοποιούν διάφορες προσεγγίσεις, ανάλογα με την κατάρτισή τους και τις ανάγκες του ατόμου. Σε αυτές περιλαμβάνονται οι εξής:
Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (ΓΣΘ – CBT): – Μια χρήσιμη μορφή ψυχοθεραπείας που βοηθάει στην αντιμετώπιση των αρνητικών τρόπων σκέψης και στον συσχετισμό των σκέψεων με τα συναισθήματα και τις ενέργειες.
Παιγνιοθεραπεία: – Χρησιμοποιείται συχνά για παιδιά, προτρέποντας τα να συμμετέχουν σε δραστηριότητες παιχνιδιού της επιλογής τους μαζί με έναν παιγνιοθεραπευτή, προκειμένου να βελτιώσουν τις κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητές τους, να σκέφτονται με διαφορετικούς τρόπους και να βελτιώσουν τις γλωσσικές και επικοινωνιακές τους δεξιότητες.
9.
Άλλες εξειδικευμένες θεραπείες: – όπως η λογοθεραπεία και η γλωσσική θεραπεία, η φυσιοθεραπεία και η εργοθεραπεία.
Σε αυτές τις υπηρεσίες μπορεί να σας παραπέμψει ο γιατρός ή ένας άλλος επαγγελματίας υγείας, να σας τις προσφέρει ο εργοδότης ή το σχολείο του παιδιού σας ή να τις βρείτε σε ιδιωτικούς φορείς.
Εάν επιλέξετε ιδιωτικό σύμβουλο για τον αυτισμό, βεβαιωθείτε ότι είναι αποτελεί μέλος της αρμόδιας επαγγελματικής ένωσης.
Έρευνες δείχνουν ότι οι παρεμβάσεις που συνδυάζουν ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες βοηθούν σημαντικά τους ανθρώπους με αυτισμό. Για τα παιδιά και τους νέους, αυτές περιλαμβάνουν στρατηγικές βασισμένες στο παιχνίδι με γονείς, φροντιστές και εκπαιδευτικούς. Οι ενήλικες μπορούν να επωφεληθούν από προγράμματα στήριξης της απασχόλησης, οργανωμένες δραστηριότητες αναψυχής και εκπαίδευση στις κοινωνικές δεξιότητες.
Πολλά παιδιά με αυτισμό μπορούν να λάβουν επιπλέον στήριξη μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος. Ορισμένα παιδιά μπορεί να παραμείνουν σε γενικά σχολεία και να λαμβάνουν διδακτική στήριξη μέσω ειδικής αγωγής, ενώ άλλα παιδιά βρίσκουν μια θέση σε σχολεία που ειδικεύονται στην αγωγή παιδιών με αυτισμό και άλλες ειδικές ανάγκες.
Αυτού του είδους οι παρεμβάσεις μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά τους ανθρώπους με αυτισμό να αναπτύξουν δεξιότητες ζωής και να διαχειρίζονται συμπεριφορές που σχετίζονται με το άγχος, όπως ο αυτοτραυματισμός ή το να καταστρέφουν αντικείμενα γύρω τους.
Ορισμένοι άνθρωποι θεωρούν ότι συγκεκριμένες διατροφικές προσεγγίσεις μπορεί να αποδειχτούν ευεργετικές. Ορισμένες μελέτες εξέτασαν διάφορες διαιτητικές παρεμβάσεις και διαπίστωσαν ότι ενδέχεται να είναι χρήσιμες, αλλά χρειάζεται να διεξαχθεί ευρύτερη έρευνα για την εύρεση πιο ισχυρών τεκμηρίων.
Η άσκηση είναι εξαιρετικά σημαντική για την υγεία και την ευεξία παιδιών και ενηλίκων με αυτισμό. Δεν προσφέρει μονάχα εξαιρετικές ευκαιρίες για αλληλεπίδραση και εξάσκηση των κοινωνικών δεξιοτήτων σε ένα χαλαρό περιβάλλον, αλλά βοηθά επίσης στη βελτίωση της φυσικής κατάστασης και της μυϊκής δύναμης. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά με αυτισμό έχουν συνήθως χαμηλότερη μυϊκή δύναμη και αντοχή σε σχέση με άλλα παιδιά της ηλικιακής τους ομάδας.
Το βασικό είναι να βρεθεί η καταλληλότερη δραστηριότητα για το εκάστοτε άτομο. Πολλοί αυτιστικοί άνθρωποι προτιμούν να πηγαίνουν σε πιο ήσυχα μέρη ή να συμμετέχουν σε μικρότερες ομάδες και συνήθως προτιμούν να είναι με τους ίδιους ανθρώπους και υπευθύνους δραστηριότητας κάθε φορά, έτσι ώστε να ξέρουν τι να περιμένουν.
Η άσκηση με ζώα, όπως η ιππασία, μπορεί να προσφέρει έναν θετικό τρόπο μη λεκτικής αλληλεπίδρασης. Προτείνεται επίσης να ληφθεί υπόψη ποιες δραστηριότητες συμβάλλουν στην ανάπτυξη ορισμένων δεξιοτήτων, όπως η ισορροπία, η ευελιξία και ο συντονισμός, καθώς και εκείνες που περιλαμβάνουν τρέξιμο ή πιάσιμο και ρίψη αντικειμένων.
Το επίπεδο κατανόησης και ευαισθητοποίησης όσον αφορά τον αυτισμό έχει αυξηθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες, μια τάση στην οποία η επιστημονική έρευνα διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο. Το 2019, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ διέθεσε πάνω από τέσσερα εκατομμύρια δολάρια για ένα πλήθος ερευνητικών προγραμμάτων που αποσκοπούν στην ανάπτυξη διαγνωστικών εργαλείων για τον εντοπισμό ενδείξεων της διαταραχής αυτισμού φάσματος κατά το πρώτο έτος της ζωής των ανθρώπων.
Ωστόσο, όσον αφορά τα στατιστικά στοιχεία ευρείας κλίμακας, όπως είναι ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν αυτισμό, συχνά χρησιμοποιούνται διαφορετικές μέθοδοι μελέτης σε διαφορετικές χώρες. Αυτό μπορεί να δυσκολέψει τις ουσιαστικές συγκρίσεις όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους επηρεάζει ο αυτισμός τους ανθρώπους.
Για παράδειγμα, ορισμένες μελέτες συμπεριλαμβάνουν το σύνδρομο Άσπεργκερ όταν ερευνούν τον αυτισμό, ενώ άλλες όχι. Αυτό μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν το φύλο, διότι γίνεται διάγνωση του Άσπεργκερ σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπων αρσενικού παρά θηλυκού φύλου. Παρομοίως, τα στατιστικά στοιχεία αντανακλούν μόνο ένα μέρος της πραγματικότητας, μιας και θεωρείται ότι δεν γίνεται διάγνωση στην περίπτωση πολλών αυτιστικών ενηλίκων και ανθρώπων θηλυκού φύλου.
Μελέτες που ερευνούν συνυπάρχουσες παθήσεις μπορεί να συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση των αναγκών των αυτιστικών ανθρώπων. Για παράδειγμα, επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι περίπου το 50% των ανθρώπων με αυτισμό υποφέρει επίσης από άγχος ή κατάθλιψη. Αυτό το ποσοστό είναι πολύ υψηλότερο από το περίπου 15% του νευροτυπικού πληθυσμού (δηλαδή ανθρώπων που έχουν συνήθεις αναπτυξιακές, πνευματικές και γνωστικές ικανότητες) και αποτελεί τη βάση ενός ισχυρού επιχειρήματος υπέρ της παροχής στήριξης σε ανθρώπους με αυτισμό.
Επιληψία
Επιληψία
Ψυχική υγεία
Εγγραφείτε στη λίστα αλληλογραφίας μας
Για να λαμβάνετε τις τελευταίες ενημερώσεις από το blog της Neuraxpharm.
Για να αποκτήσετε πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες, πρέπει να χρησιμοποιήσετε τα διαπιστευτήριά σας
Δεν έχετε προφίλ; Εγγραφείτε